Oι άγιοι Τεσσαράκοντα, κατάγονταν από διαφορετικά μέρη ήταν όμως στρατιώτες στο επίλεκτο τάγμα του Λικινίου.
Όταν εκείνος εξαπέλυσε διωγμό κατά των Χριστιανών συνελήφθησαν, γιατί με παρρησία διακήρυτταν την ακλόνητη πίστη τους και οδηγήθηκαν στον έπαρχο Αγρικόλα.
Εκείνος στην αρχή επαίνεσε την στρατιωτική τους αξία και τιμή και τους υποσχέθηκε αξιώματα και πλούσιες αμοιβές, εάν αρνούνταν την πίστη τους και θυσιάσουν στο είδωλα.
Όταν εκείνος εξαπέλυσε διωγμό κατά των Χριστιανών συνελήφθησαν, γιατί με παρρησία διακήρυτταν την ακλόνητη πίστη τους και οδηγήθηκαν στον έπαρχο Αγρικόλα.
Εκείνος στην αρχή επαίνεσε την στρατιωτική τους αξία και τιμή και τους υποσχέθηκε αξιώματα και πλούσιες αμοιβές, εάν αρνούνταν την πίστη τους και θυσιάσουν στο είδωλα.
Παρά τις πιέσεις οι άγιοι εξακολούθησαν με γενναιότητα και παρρησία, να ομολογούν την πίστη τους στο Σωτήρα Χριστό και την αλήθειά του.
Όταν ο Λυσίας έφτασε στην Σεβάστεια μετά επτά ημέρες, τους οδήγησαν ενώπιον του.
Καθ' οδόν ο Κυρίων ενεθάρρυνε τους συντρόφους του λέγοντας: Τρεις είναι οι εχθροί μας: ο διάβολος, ο Λυσίας και ο έπαρχος. Τί μπορούν να κάνουν εναντίον μας, ενάντια σε σαράντα στρατιώτες του Χριστού;
Όταν τους είδε τόσο σταθερούς και αποφασισμένους, ο Λυσίας πρόσταξε τους άλλους στρατιώτες να τους σπάσουν τα δόντια με πέτρες. Αλλά μόλις πήγαν να εκτελέσουν τη διαταγή, θεία δύναμη τους τύφλωσε και μέσα στην σύγχυση τους χτυπιούνταν αναμεταξύ τους. Ο Λυσίας εξοργισμένος άρπαξε τότε μία πέτρα και την εκσφενδόνισε εναντίον των αγίων, αλλά η πέτρα χτύπησε τον Αγρικόλαο και τον τραυμάτισε σοβαρά. Μετέφεραν τους αγίους στην φυλακή για τη νύκτα, μέχρι να αποφασίσουν σε τι μαρτύριο θα τους υπέβαλλαν.
Θέτοντας σε εφαρμογή όλη τη διεστραμμένη φαντασία του, ο έπαρχος διέταξε να τους αφαιρέσουν τα ενδύματα και να τους αφήσουν γυμνούς στην παγωμένη λίμνη, που βρισκόταν σε μικρή απόσταση από την πόλη, ώστε να πεθάνουν μέσα στους φρικτούς πόνους που προκαλεί το ψύχος. Για να εντείνει το μαρτύριο σκέφθηκε να στήσει μπροστά στους αγίους, ως ύστατο πειρασμό, την λύτρωση από την παιδωμή: διέταξε λοιπόν να ετοιμάσουν στην όχθη της λίμνης ζεστό λουτρό, έτσι ώστε αυτός πού θα εγκαταλείψει τον αγώνα, νικημένος από το ψύχος, να βρει εκεί παρηγοριά.
Οι σαράντα μάρτυρες προχώρησαν όλοι μαζί σαν ένας άνθρωπος πάνω στον πάγο και όλη την νύκτα άντεξαν τον παγωμένο αέρα, ιδιαίτερα ψυχρό σε κείνα τα μέρη, να τους περονιάζει προσευχόμενοι στον Κύριο να εξέλθουν και οι σαράντα νικητές από αυτό τον αγώνα, χωρίς να λείψει ούτε ένας από τον ιερό αυτό αριθμό, που συμβολίζει την πληρότητα.
Όταν ο Λυσίας έφτασε στην Σεβάστεια μετά επτά ημέρες, τους οδήγησαν ενώπιον του.
Καθ' οδόν ο Κυρίων ενεθάρρυνε τους συντρόφους του λέγοντας: Τρεις είναι οι εχθροί μας: ο διάβολος, ο Λυσίας και ο έπαρχος. Τί μπορούν να κάνουν εναντίον μας, ενάντια σε σαράντα στρατιώτες του Χριστού;
Όταν τους είδε τόσο σταθερούς και αποφασισμένους, ο Λυσίας πρόσταξε τους άλλους στρατιώτες να τους σπάσουν τα δόντια με πέτρες. Αλλά μόλις πήγαν να εκτελέσουν τη διαταγή, θεία δύναμη τους τύφλωσε και μέσα στην σύγχυση τους χτυπιούνταν αναμεταξύ τους. Ο Λυσίας εξοργισμένος άρπαξε τότε μία πέτρα και την εκσφενδόνισε εναντίον των αγίων, αλλά η πέτρα χτύπησε τον Αγρικόλαο και τον τραυμάτισε σοβαρά. Μετέφεραν τους αγίους στην φυλακή για τη νύκτα, μέχρι να αποφασίσουν σε τι μαρτύριο θα τους υπέβαλλαν.
Θέτοντας σε εφαρμογή όλη τη διεστραμμένη φαντασία του, ο έπαρχος διέταξε να τους αφαιρέσουν τα ενδύματα και να τους αφήσουν γυμνούς στην παγωμένη λίμνη, που βρισκόταν σε μικρή απόσταση από την πόλη, ώστε να πεθάνουν μέσα στους φρικτούς πόνους που προκαλεί το ψύχος. Για να εντείνει το μαρτύριο σκέφθηκε να στήσει μπροστά στους αγίους, ως ύστατο πειρασμό, την λύτρωση από την παιδωμή: διέταξε λοιπόν να ετοιμάσουν στην όχθη της λίμνης ζεστό λουτρό, έτσι ώστε αυτός πού θα εγκαταλείψει τον αγώνα, νικημένος από το ψύχος, να βρει εκεί παρηγοριά.
Οι σαράντα μάρτυρες προχώρησαν όλοι μαζί σαν ένας άνθρωπος πάνω στον πάγο και όλη την νύκτα άντεξαν τον παγωμένο αέρα, ιδιαίτερα ψυχρό σε κείνα τα μέρη, να τους περονιάζει προσευχόμενοι στον Κύριο να εξέλθουν και οι σαράντα νικητές από αυτό τον αγώνα, χωρίς να λείψει ούτε ένας από τον ιερό αυτό αριθμό, που συμβολίζει την πληρότητα.
Καθώς η νύκτα προχωρούσε, τα σώματά τους άρχισαν να ξυλιάζουν από το κρύο και το αίμα τους να παγώνει προκαλώντας αφόρητους πόνους στην καρδιά, οπότε ένας από τους σαράντα στρατιώτες νικημένος από τον πόνο, άφησε τη λίμνη και βάδισε προς το λουτρό. Η μεγάλη όμως διαφορά της θερμοκρασίας τον θανάτωσε σχεδόν ακαριαία, στερώντας του τον καλλίνικο στέφανο.
Τη θέση του όμως πήρε ο φρουρός ονόματι Αγλάϊος , ο οποίος είδε τούς στεφάνους του μαρτυρίου πάνω από τα κεφάλια τους. Oμολόγησε κι εκείνος το Χριστό αφού μπήκε στη λίμνη μαζί με τούς άλλους 39, λαμβάνοντας και αυτός τον ουράνιο στέφανο του μαρτυρίου.
Όταν την επομένη ο Αγρικόλαος πληροφορήθηκε το γεγονός διέταξε να βγάλουν τους μάρτυρες από την λίμνη, να τους αποτελειώσουν σπάζοντας τους τα πόδια, και κατόπιν να ρίξουν τα σώματα τους στην πυρά ώστε να μην μείνει ίχνος από τον ένδοξο αγώνα τους. Καθώς τους Οδηγούσαν στο έσχατο μαρτύριο, οι ένδοξοι μάρτυρες έψαλλαν: Διήλθομεν δια πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν (Ψαλμ.65,12).
Αφού οι δήμιοι εξετέλεσαν το έργο τους, φόρτωσαν τα σώματα των μαρτύρων σε ένα κάρο για να τα μεταφέρουν στην πυρά. Πρόσεξαν τότε ότι ο πιο νέος από τους μάρτυρες, ο Μελίτων, ήταν ακόμη ζωντανός και τον άφησαν με την ελπίδα ότι θα απαρνηθεί την πίστη του.
Η μητέρα του Μελίτωνος όμως που βρισκόταν εκεί πήρε το σώμα του γιού της και το φόρτωσε η ίδια στο κάρο λέγοντας: "Μη στερηθείς τον στέφανον, αγαπημένο μου παιδί, πήγαινε με τους συντρόφους σου για να απολαύσεις αυτό το αιώνιο φως που θα απαλύνει την οδύνη μου". Και χωρίς ούτε ένα δάκρυ, συνόδευσε το κάρο στην πυρά, με το πρόσωπο ολόφωτο.
Οι στρατιώτες σκόρπισαν την στάχτη των αγίων μαρτύρων και έριξαν τα οστά στον ποταμό όπως τους διέταξε ο έπαρχος.
Μετά από τρεις ημέρες όμως οι άγιοι παρουσιάστηκαν στον επίσκοπο Πέτρο της Σεβάστειας και του υπέδειξαν το σημείο του ποταμού όπου θα έβρισκε τα λείψανα τους για να προσκυνήσουν οι πιστοί.
Αργότερα τα λείψανα των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων μοιράστηκαν σε πολλούς τόπους και η τιμή τους διαδόθηκε, προπαντός χάρη στην οικογένεια του Μεγάλου Βασιλείου, που τους ευλαβείτο ιδιαίτερα.
Την νύκτα που προηγήθηκε του μαρτυρίου τους, οι άγιοι υπαγόρευσαν την Διαθήκη τους, υπό μορφή παραινέσεως, στον νεαρό δούλο Ευνοϊκό, που υπήρξε μάρτυς των αγώνων τους και κατόρθωσε να διαφύγει τον διωγμό. Κληροδότησε αυτό το θαυμαστό κείμενο στους μεταγενέστερους και μερίμνησε για τον ναό όπου θα αποθέτονταν τα τίμια λείψανα τους. Σε αυτή την Διαθήκη αναφέρονται τα ονόματα των Τεσσαράκοντα Μαρτύρων:
Αγγίας, Αέτιος, Αθανάσιος, Ακάκιος, Αλέξανδρος, Βιβιανός, Γάϊος, Γοργόνιος και έτερος Γοργόνιος, Δομετιανός, Δόμνος, Εκδίκιος, Ευνοϊκός, Ευτύχιος, Ηλιανός, Ηράκλειος, Ησύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος, "Ιλης, Ιωάννης, Κάνδιδος (η Κλαύδιος), Κυδίων, Κύριλλος, Λυσίμαχος, Μελέτιος, Μελίτων, Νικόλαος, Ξανθιάς, Ουάλης, Ουαλέριος, Πρίσκος, Σακερδών, Σεβηριανός, Σισίννιος, Σμάραγδος, Φιλοκτήμων, Φλάβιος, Χουδίων (Λεόντιος) και Αγλάϊος ο καπικλάριος (φρουρός) .
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. θείας πίστεως.
Θείω Πνεύματι, συγκροτηθέντες, δῆμος ὤφθητε, τροπαιοφόρος, Ἀθλοφόροι Χριστοῦ Τεσσαράκοντα, διὰ πυρὸς γὰρ καὶ ὕδατος ἔνδοξοι, δοκιμασθέντες λαμπρῶς ἐδοξάσθητε. Ἀλλ' αἰτήσασθε, Τριάδα τὴν ὑπερούσιον, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἠμῶν.
Πᾶσαν στρατιὰν τοῦ κόσμου καταλιπόντες, τῷ ἐν οὐρανοὶς Δεσπότη προσεκολλήθητε, Ἀθλοφόροι Κυρίου Τεσσαράκοντα, διὰ πυρὸς γὰρ καὶ ὕδατος, διελθόντες μακάριοι, ἐπαξίως ἐκομίσασθε, δόξαν ἐκ τῶν οὐρανῶν, καὶ στεφάνων πλήθυν.
Βοήθειά μας οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες .-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου